Η
πρόσφατη διόρθωση του Οκτωβρίου (-7,2% σε
επίπεδο Γενικού Δείκτη) στο Χ.Α ήταν αρκετά
έντονη και ίσως ο μήνας που θα ολοκληρωθεί στις
επόμενες 3 συνεδριάσεις να είναι ο χειρότερος
του 2024. Μία αρκετά αρνητική εξέλιξη για το
ελληνικό χρηματιστήριο και την ελληνική
οικονομία που θέλει μία αναπτυγμένη κεφαλαιακή
αγορά αλλά έχει και ένα θετικό στοιχείο.
Όπως
γράφει
ο
Νίκος Σακελλαρίου
στην Ημερησία, το
ελληνικό χρηματιστήριο
σε όρους κεφαλαιοποίησης
/ κέρδη
διαμορφώνεται πλέον στα
επίπεδα του 10-12 δηλαδή
παραμένει ελκυστικό για
όσους θέλουν να
αγοράσουν χαμηλά, ενώ οι
υπόλοιπες ευρωπαικές
αγορές που κινήθηκαν
ανοδικά (σε νέα ιστορικά
υψηλά αρκετές εξ’ αυτών)
και ταυτόχρονα τα κέρδη
των εισηγμένων τους
υποχώρησαν αρκετά (όπως
για παράδειγμα στη
Γερμανία), θεωρούνται
ακριβά χρηματιστήρια
αφού αυξήθηκαν οι
αριθμητές και μειώθηκαν
οι παρονομαστές στο
γνωστό δείκτη p/e.
Ο DAX
εκτιμάται ότι
διαπραγματεύεται με
πολλαπλασιαστή κερδών
άνω του 20 ενώ
μεσοσταθμικά στην
Ευρωζώνη. Επίσης
εάν λάβουμε υπόψιν ότι η
ανάπτυξη της ελληνικής
οικονομίας το 2025 θα
είναι τουλάχιστον 1,9-2%
του ΑΕΠ (σύμφωνα με τις
συντηρητικότερες
εκτιμήσεις) τότε η
ανάπτυξη των ελληνικών
εισηγμένων θα συνεχιστεί
και το 2025 εκτός εάν
μπει η παγκόσμια
οικονομία σε ύφεση ή
υπάρξουν απρόσμενες και
δυσάρεστες γεωπολιτικές
εξελίξεις.
Τι γίνεται με την
πτώση των τιμών
μετοχών και ειδικά
των τραπεζικών
Η
πρόσφατη και αρκετά
δυσάρεστη
χρηματιστηριακή
κατάσταση αποτελεί
ουσιαστικά
αναπροσαρμογή των
αποτιμήσεων των
τραπεζών μετά τις
μειώσεις επιτοκίων
(όπως άλλωστε
αναπροσάρμοσαν τις
τιμές στόχους η
Morgan Stanley και η
Goldman Sachs την
προηγούμενη
εβδομάδα) και
οφείλεται στην
αλλαγή
προσανατολισμού
ξένων funds.
Οι
διαχειριστές των
funds βλέποντας ότι
οι μεγάλες αγορές
έχουν ανοδική τάση
και θεωρώντας βάσιμα
ότι ένα μικρό
χρηματιστήριο όπως
το ελληνικό είναι
εξαιρετικά ευάλωτο
στις εξωτερικές και
εσωτερικές πιέσεις,
έσπευσαν να πάρουν
τα κέρδη τους από
τις τραπεζικές
μετοχές προκειμένου
να τα τοποθετήσουν
είτε στις μεγάλες
αγορές είτε να
επανατοποθετηθούν
χαμηλότερα στο
ελληνικό
εκμεταλλευόμενα το
discount του έναντι
των ευρωπαικών
αγορών. Αυτή είναι
άλλωστε η
υποτιμητική
κερδοσκοπία
Τεχνικά, οι αναλυτές
εκτιμούν ότι στα
επίπεδα των 1.380
μονάδων Γενικού
Δείκτη (με τις
τραπεζικές μετοχές
να έχουν υποχωρήσει
περίπου 15% από τα
επίπεδα
Σεπτεμβρίου), η
αγορά θα δείξει
αντίδραση. Αυτό
εξαρτάται βέβαια και
από τις εξωτερικές
συνθήκες.
Σε
επίπεδο κερδοφορίας
, η εκκίνηση των
ανακοινώσεων των
τραπεζικών
αποτελεσμάτων του γ’
τριμήνου την προσεχή
Παρασκευή 1η
Νοεμβρίου (Τρ.
Πειραιώς πριν το
άνοιγμα) είναι ίσως
κομβική για την
πορεία της Αγοράς
καθώς η πρόσφατη
πίεση είχε επίκεντρο
τις μετοχές του
τραπεζικού κλάδου.
Τα κύρια στοιχεία τα
οποία θα εστιάσει η
αγορά είναι τα εξής:
α)
το βαθμό μείωσης των
εσόδων από τόκους
β)
το νέο καθεστώς
τιμολόγησης ειδικών
κατηγοριών των
τραπεζικών
προμηθειών που
απευθύνονται στην
λιανική γ) την
ποιότητα του
ενεργητικού δ) το
ενοποιημένο σχήμα
Eurobank – Ελληνικής
ε)
το πλάνο μείωσης της
αναβαλλόμενης
φορολογίας και
στ)
την επικαιροποίηση
επίτευξης των
ετήσιων στόχων. Για
το σύνολο του γ’
τριμήνου οι
συγκλίνουσες
εκτιμήσεις της
αγοράς για τις
τέσσερις συστημικές
τράπεζες αναμένουν
καθαρά κέρδη 1,15
δις ευρώ,
σταθεροποίηση των
NPEs στο 3,6% και
οριακή αύξηση των
χορηγήσεων κατά
0,3%.
Για
τα μη τραπεζικά blue
chips, η αγορά
βλέπει χαμηλότερα
κέρδη γ’ τριμήνου
στα διυλιστήρια
κυρίως λόγω της
φορολόγησης και των
χαμηλότερων
περιθωρίων διύλισης
και την μείωση των
κερδών την έχει
τιμολογήσει με την
μεγάλη διόρθωση.
Βέβαια, στην
περίπτωση του
Μυτιληναίου, εκεί
έχουμε καθαρή
περίπτωση αποκόμισης
κερδών αφού τα κέρδη
γ’ τριμήνου(9μηνου)
ήταν ιστορικά υψηλά
και καλύτερα απ’ ότι
ανέμενε η αγορά.
Διόρθωση λόγω
αποκόμισης κερδών
είχαμε και σε Jumbo
ενώ αρκετά
σταθεροποιημένες
ήταν οι μετοχές των
ΟΤΕ , ΟΠΑΠ και ΔΕΗ.