|
Το «peak
gold»
Οι
ανακαλύψεις νέων
κοιτασμάτων χρυσού είναι
πλέον σπάνιες και
μικρότερες σε μέγεθος. Η
παραγωγή αναμένεται να
κορυφωθεί το 2026 (το
λεγόμενο «peak gold»)
και στη συνέχεια να
αρχίσει σταδιακή μείωση,
σύμφωνα με την S&P
Global. Οι βασικές χώρες
παραγωγής, όπως ο
Καναδάς, η Αυστραλία και
οι ΗΠΑ, δείχνουν τάσεις
μείωσης της παραγωγής
μετά το 2026, γεγονός
που θα περιορίσει
περαιτέρω την προσφορά.
Ο χρυσός, σε αντίθεση με
το πετρέλαιο, δεν
«καταναλώνεται» και δεν
καταστρέφεται. Παραμένει
στην κυκλοφορία,
ανακυκλώνεται και
μεταβιβάζεται. Ωστόσο,
όσο η εξόρυξή του
δυσκολεύει και η
ποσότητα του προς
εξόρυξη μειώνεται, ο
χρυσός αναμένεται να
αποκτήσει ακόμα
μεγαλύτερη αξία.
Αναλυτές, όπως ο
καθηγητής Γουστάβο
Μαρτίνεζ, προβλέπουν
τιμές άνω των 5.000
δολαρίων ανά ουγγιά σε
βάθος χρόνου.
Εν
κατακλείδι, ο κόσμος
εισέρχεται σε μια νέα
εποχή όπου η σπανιότητα
του χρυσού ενδέχεται να
καθορίσει την αξία του
περισσότερο από ποτέ. Η
αυξημένη ζήτηση, η
περιορισμένη προσφορά
και η αυξανόμενη
αβεβαιότητα διαμορφώνουν
ένα περιβάλλον όπου ο
χρυσός ενδέχεται να
διαδραματίσει
πρωταγωνιστικό ρόλο στο
παγκόσμιο
χρηματοοικονομικό
σύστημα.
Η
συνεχής μείωση των
διαθέσιμων αποθεμάτων
χρυσού δημιουργεί ένα
ιδιαίτερα ανησυχητικό
σκηνικό για την
παγκόσμια οικονομία. Από
τις περίπου 216.000
τόνους χρυσού που έχουν
εξορυχθεί στην ιστορία
της ανθρωπότητας, σχεδόν
τα 2/3 έχουν εξαχθεί
μετά το 1950, γεγονός
που αποδεικνύει την
τεράστια εξάρτηση των
σύγχρονων οικονομιών από
αυτό το πολύτιμο
μέταλλο. Σήμερα,
απομένουν περίπου
50.000–60.000 τόνοι σε
γνωστά κοιτάσματα, με
σημαντικό ποσοστό αυτών
(15% ή περίπου 7.500
τόνοι) να θεωρείται
ανεξόρυκτο με τη
σημερινή τεχνολογία. Η
παγκόσμια παραγωγή
χρυσού βρίσκεται σταθερά
στις 3.600 τόνους
ετησίως, κάτι που –αν
υποθέσουμε σταθερή
παραγωγή– σημαίνει ότι
απομένουν μόλις 15-17
χρόνια έως την εξάντληση
των σημερινών
αποθεμάτων.
Αυξάνονται οι δυσκολίες
Ωστόσο,
η εικόνα είναι ακόμα πιο
απαισιόδοξη αν
συνυπολογίσουμε τις
αυξανόμενες δυσκολίες
στην εξόρυξη, το
αυξανόμενο κόστος, τη
χαμηλή ποιότητα των νέων
κοιτασμάτων και την
έλλειψη σημαντικών νέων
ανακαλύψεων. Η πρόβλεψη
ότι το «peak gold» (το
μέγιστο σημείο
παραγωγής) θα φτάσει το
2026 επιβεβαιώνεται από
πολλούς αναλυτές.
Μετά από
αυτό το σημείο, η
παραγωγή θα μειώνεται,
ενώ η ζήτηση ενδέχεται
να συνεχίσει να
αυξάνεται, ιδίως από
κεντρικές τράπεζες,
επενδυτικά ταμεία και
ιδιώτες που αναζητούν
ασφαλή καταφύγια σε
περιόδους κρίσεων. Αυτή
η δυσαναλογία μπορεί να
οδηγήσει σε εκρηκτική
αύξηση της τιμής, με
αναλυτές από οίκους όπως
η Goldman Sachs να
προβλέπουν τιμές που
ξεπερνούν τα 3.700–4.000
δολάρια έως το τέλος του
2025 και πάνω από 5.000
δολάρια μακροπρόθεσμα.
Σε αντίθεση με το
πετρέλαιο, το οποίο
ενδέχεται να χάσει τη
σημασία του με την
ενεργειακή μετάβαση, ο
χρυσός δεν «παύει» να
είναι πολύτιμος. Είναι
φυσικά σπάνιος,
ανθεκτικός στον χρόνο
και συμβολικά ισχυρός.
Η
«τελευταία ουγγιά
χρυσού», εάν και όταν
φτάσουμε σε αυτό το
σημείο, ενδέχεται να
αποκτήσει τεράστια
χρηματική και στρατηγική
αξία. Ο χρυσός
αναμένεται να
διαδραματίσει ολοένα και
σημαντικότερο ρόλο στο
χρηματοπιστωτικό σύστημα
των επόμενων δεκαετιών,
είτε ως μέσο αποθήκευσης
αξίας, είτε ως εργαλείο
αποθεματικής πολιτικής.
Η μείωση των αποθεμάτων
αποτελεί υπενθύμιση ότι
ακόμα και τα πιο
διαχρονικά υλικά αγαθά
δεν είναι ανεξάντλητα,
και ότι η ισορροπία
μεταξύ ζήτησης και
προσφοράς είναι κρίσιμη
για την οικονομική
σταθερότητα.
Πηγή:
Γιώργος Μαζιάς – in.gr
|