|
Αργότερα το
ΚΕΑΟ ανέλαβε κάθε είδους ασφαλιστική οφειλή από
το σύνολο των
Tαμείων,
ληξιπρόθεσμη και ρυθμισμένη. Με κάποιον τρόπο
προσπαθούσε να κάνει τη δουλειά. Με καλό αλλά
λίγο προσωπικό, αλλά κυρίως χωρίς εργαλεία.
Χωρίς τεχνικές προσέγγισης του οφειλέτη. Χωρίς
τη στοιχειώδη διασύνδεση με τον άλλο φορέα
είσπραξης κρατικών χρεών, το
Taxinet.
Και οι οφειλές αυξάνονταν. Οχι μόνο στα δύσκολα
χρόνια της κρίσης ή της πανδημίας, αλλά και
μετά. Και το λιγοστό προσωπικό συνέχιζε να
κυνηγάει υποθέσεις, κυρίως τις μεγάλες και να
πετυχαίνει αποτελέσματα. Το 2024 από τα περίπου
50 δισ. των συνολικών οφειλών, μαζί με τις
προσαυξήσεις, κατάφερε να εισπράξει 2 δισ., το
2023 άλλα 1,7 δισ. Αλλά η κατάσταση δεν πήγαινε
άλλο. Μεγάλο μέρος των οφειλετών, των 500 έως
1.000 ευρώ δεν είχαν ενοχληθεί ποτέ. Πολλοί, από
τους δεκάδες χιλιάδες αυτής της κατηγορίας δεν
γνωρίζουν ούτε καν ότι οφείλουν κάποιο ποσό στο
κράτος.
Για τους
φόρους, όλοι έχουν έναν λογιστή ή μπαίνουν οι
ίδιοι στο σύστημα με διάφορες αιτίες, για να
δουν τον ΕΝΦΙΑ ή τα τέλη κυκλοφορίας ή να
εκτυπώσουν ένα εκκαθαριστικό. Τις οφειλές
ασφαλιστικών εισφορών, αν δεν τις θυμίσει το
ίδιο το κράτος, δεν τις μαθαίνουν εύκολα οι
υπόχρεοι, ειδικά αν νομίζουν ότι έχουν τελειώσει
με τις σχετικές υποχρεώσεις τους. Αυτήν τη
δουλειά της ενημέρωσης, μέσω πολλών καναλιών
επικοινωνίας, θα αναλάβει πλέον ο ιδιωτικός
τομέας, με τη ρύθμιση που προωθεί η υπουργός
Εργασίας Νίκη Κεραμέως και με την επιστράτευση
εξειδικευμένων εταιρειών. Τα υπόλοιπα κομμάτια
της διαχείρισης αυτού του κομματιού του
ιδιωτικού χρέους, τις ρυθμίσεις και τα
αναγκαστικά μέτρα θα συνεχίσει να τα ασκεί το
ΚΕΑΟ, σε μια πρώτη προσπάθεια να αυξηθεί η
εισπραξιμότητα των ληξιπρόθεσμων.
Αναρωτιόμαστε πολλές φορές γιατί δεν μπορούμε να
χτίσουμε κουλτούρα πληρωμών στη χώρα κι όμως δεν
έχουμε φροντίσει τα βασικά. Να θυμίζουμε στους
οφειλέτες τις υποχρεώσεις τους. Δεν χρειάζεται
ούτε να τους παρενοχλεί κανείς, ούτε να τους
απειλεί, αλλά οφείλει το κράτος με τις ενέργειές
του να θυμίζει τις υποχρεώσεις εξασφαλίζοντας
ίσες συνθήκες αντιμετώπισης μεταξύ των υπόχρεων.
Αυτό το έργο δεν μπορούσε να γίνει στις δύσκολες
μέρες της προηγούμενης δεκαετίας, όπου η
επιβίωση ήταν το ζητούμενο. Αλλά τώρα οι
συνθήκες στην αγορά έχουν βελτιωθεί.
Κάποιοι
πάνε καλά, άλλοι λιγότερο καλά. Είναι σημαντικό
να ξεκαθαριστεί σε αυτή τη φάση, την καλή για
τους περισσότερους, πόσα από τα 50 δισ. των
χρεών μπορούν να πληρωθούν και πόσα πρέπει να
κριθούν ανεπίδεκτα είσπραξης.
Νίκος Φιλιππίδης
(in.gr)
|