|
Τα παραπάνω
πρακτικά σημαίνουν ότι η ΕΕ είχε πολύ μικρά
περιθώρια επίτευξης καλύτερης συμφωνίας. Η ΕΕ,
όμως, αντιμετωπίζει δασμούς μέχρι και 50% σε
χάλυβα και αλουμίνιο, ενώ οι δασμοί στα
φαρμακευτικά προϊόντα δεν έχουν τεθεί στο 15%.
Ως προς αυτά, ο Τραμπ δυστυχώς στοχεύει σε πολύ
υψηλότερο ποσοστό.
Βάσει των
τελευταίων δεδομένων, εκτίμησα με εργασία μου
για το London School of Economics ότι οι
εμπορικοί πόλεμοι του αμερικανού προέδρου θα
«κόψουν» σωρευτικά μέχρι και 0,9 ποσοστιαία
μονάδα από τη βρετανική ανάπτυξη σε βάθος
διετίας. Λογικά, λοιπόν, η επί τα χείρω συμφωνία
της ΕΕ μάλλον θα «κόψει» ακόμα περισσότερο από
την ευρωπαϊκή ανάπτυξη…
Εκείνο,
όμως, που σίγουρα προξενεί αλγεινή (;) εντύπωση
είναι ότι λόγω της επιτευχθείσας συμφωνίας, η ΕΕ
αναγκάζεται να αγοράσει επιπλέον ποσότητες
προϊόντων ενέργειας (ήτοι πετρέλαιο και φυσικό
αέριο), ύψους 750 δισ. δολαρίων, σε τιμές αγοράς
αντί τιμών με κάποια «φιλική» έκπτωση.
Αυτό
πρακτικά σημαίνει αγορές 250 δισ. δολαρίων για
κάθε ένα από τα υπόλοιπα έτη προεδρίας του
Τραμπ. Μάλλον ανέφικτη προοπτική επειδή (α) η ΕΕ
θα πρέπει να… διπλασιάσει τις αγορές της (από
τις ΗΠΑ) σε σχέση με το 2024, και (β) οι ΗΠΑ θα
πρέπει να αυξήσουν σημαντικά την παραγωγή και,
κατά συνέπεια, τις εξαγωγές πετρελαιοειδών προς
την ΕΕ.
Για να
συμβεί το τελευταίο, όμως, οι ΗΠΑ ίσως
αναγκασθούν να αθετήσουν τις εξαγωγικές τους
«υποχρεώσεις» προς άλλες χώρες!
Ως μέρος
της συμφωνίας, βέβαια, η ΕΕ αναγκάζεται να
αγοράσει και επιπλέον οπλικά συστήματα από
τις ΗΠΑ. Τα οποία σίγουρα χρειάζεται για να
αντιμετωπίσει τις επεκτατικές διαθέσεις του
Πούτιν.
Το μέρος
της συμφωνίας για τον στρατιωτικό οπλισμό μάς
υπενθυμίζει ότι οι ΗΠΑ, ως στρατιωτική
υπερδύναμη, εξακολουθούν να επιβάλλουν τους
όρους του οικονομικού παιχνιδιού. Αρα, κάθε
συζήτηση για «άστοχη» διαπραγμάτευση από πλευράς
ΕΕ δεν στέκει κατά τη γνώμη μου.
Ο κ. Κώστας
Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο
University of Liverpool.
Πρώτη
δημοσίευση στο Βήμα
|